- κουλάκος
- (ρωσ. kulak = πυγμή, γροθιά). Κ. ονομαζόταν εκείνος ο οποίος πλούτιζε με την εκμετάλλευση, την τοκογλυφία και την αισχροκέρδεια. Ο όρος αυτός χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά την τελευταία δεκαετία του 19ου αι. για να χαρακτηρίσει την αστική τάξη της ρωσικής υπαίθρου. Οι κ. αποτελούσαν το ανώτερο εύπορο στρώμα του αγροτικού πληθυσμού. Στην πλειονότητά τους δεν διέφεραν σημαντικά από τους άλλους αγρότες στη μόρφωση και στον τρόπο ζωής. Καλλιεργούσαν άλλωστε οι ίδιοι τα χωράφια τους. Οι κ. άρχισαν να διαμορφώνονται ως τάξη μετά την αγροτική μεταρρύθμιση του 1861. Στις αρχές του 20ού αι. αποτελούσαν την πιο πολυάριθμη τάξη της χώρας. Το ένα πέμπτο των αγροτών ήταν κ. Με τη μίσθωση και τις αγορές, οι κ. σφετερίζονταν τη γη των χωρικών, των ευγενών γαιοκτημόνων και του Δημοσίου. Διέθεταν πολλές γεωργικές μηχανές, εργαλεία και ζώα έλξης και γαλακτοπαραγωγής. Ήταν επίσης ιδιοκτήτες εμπορικών και βιομηχανικών επιχειρήσεων, διατηρούσαν ταβέρνες και πανδοχεία, δάνειζαν με ψηλό επιτόκιο και νοίκιαζαν στους χωρικούς ζώα έλξης και εργαλεία, με αντάλλαγμα την προσφορά εργασίας. Χρησιμοποιούσαν μάλιστα την αγροτική κοινότητα ως μέσο για να αποκρύψουν τις μεθόδους τους, αλλά ταυτόχρονα η κοινότητα αποτελούσε γι’ αυτούς και εμπόδιο για την οργάνωση κεφαλαιοκρατικής παραγωγής στη γεωργία. Οι κ. αντιτάσσονταν στον ζυγό των τσιφλικάδων (τμήμα των αγροτών, που εξακολουθούσε να παραμένει τάξη-κάστα, στον βαθμό που παρέμενε και η δουλοπαροικία). Μετά την επανάσταση του 1905-7 ο τσαρισμός, με την αγροτική μεταρρύθμιση του Στολίπιν, υπονόμευσε την αγροτική κοινότητα και ενίσχυσε τους κ., με την ελπίδα ότι αυτοί θα αποτελούσαν στήριγμα του καθεστώτος. Αρχικά οι κ. είδαν εχθρικά την Οκτωβριανή επανάσταση του 1917, όμως, μέχρι το καλοκαίρι του 1918, και ενώ προχωρούσε η διαδικασία για την κατάργηση της ιδιοκτησίας των ευγενών, οι κ. παρέμειναν ενωμένοι με τους άλλους αγρότες. Οικειοποιήθηκαν τα καλύτερα κομμάτια γης, τα ζώα και τα εργαλεία των ευγενών, ενώ παράλληλα προσπαθούσαν να αναγκάσουν τη σοβιετική εξουσία να παραιτηθεί από σοσιαλιστικούς μετασχηματισμούς που θα έρχονταν σε αντίθεση με τα συμφέροντά τους. Από το καλοκαίρι ωστόσο του 1918, όταν αντιλήφθηκαν ότι δεν πέτυχαν τον σκοπό τους, στράφηκαν ανοιχτά εναντίον της σοβιετικής εξουσίας. Με τις κατασχέσεις που έγιναν το 1919 αφαιρέθηκαν από τους κ. τα πλεονάσματα σιτηρών που υπήρχαν στην ύπαιθρο. Η επανάσταση έπληξε σοβαρά τους κ., γιατί τους αφαίρεσε τα 500 από τα 800 εκατ. στρέμματα γης που κατείχαν.
Το 1927, παρά τους περιορισμούς, υπήρχαν ακόμα πάνω από 1.000.000 οικογένειες κ., οι οποίες αντιπροσώπευαν το 4-5% του αγροτικού πληθυσμού. Το κράτος, για να περιορίσει τη δύναμή τους, αναγκάστηκε να εφαρμόσει έκτακτα μέτρα και επέβαλε νέους περιορισμούς και πρόσθετους φόρους στους κ. Το τελικό πλήγμα δόθηκε με την ολοκληρωτική κολεκτιβοποίηση της αγροτικής οικονομίας, που οδήγησε στην εξάλειψή τους ως τάξη. Οι κ. αρχικά προέβαλαν αντίσταση και έφτασαν στο σημείο να δολοφονούν κομματικά στελέχη για να διατηρήσουν τα προνόμιά τους. Η όξυνση, όμως, της κατάστασης επιτάχυνε τα γεγονότα. Έτσι, στις περιοχές που είχαν κολεκτιβοποιηθεί, ανακλήθηκε ο νόμος για την εκμίσθωση της γης και τη χρήση της μισθωτής εργασίας και επιτρεπόταν η κατάσχεση της περιουσίας των κ. και ο εκτοπισμός τους. Εκτοπίστηκαν τότε οι περισσότερες οικογένειες κ., και ιδιαίτερα όσοι είχαν πάρει μέρος σε εξεγέρσεις. Εκείνοι που δεν ενοχλήθηκαν αναγκάστηκαν να προσαρμοστούν στο σύστημα των κολχόζ. Πολλοί κ. εργάστηκαν και στην εξορυκτική βιομηχανία καθώς και σε επιχειρήσεις ξυλείας. Όσοι ήταν νομοταγείς απαλλάχθηκαν από τα περιοριστικά μέτρα τα οποία τους είχαν επιβληθεί (στέρηση εκλογικού δικαιώματος, δικαιώματος μετακίνησης από τον τόπο διαμονής, δικαιώματος να υπηρετούν στον Ερυθρό Στρατό κ.ά.).
Στις αρχές του 1941, στους τόπους εγκατάστασής τους, υπήρχαν 930.000 πρώην κ., οι οποίοι αργότερα πολέμησαν πολύ γενναία κατά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, και πολλοί από αυτούς τιμήθηκαν με παράσημα και με μετάλλια. Μετά τον πόλεμο καταργήθηκαν τελείως για τους πρώην κ. και τα τελευταία μέτρα περιορισμού και αναγνωρίστηκαν ως ισότιμα μέλη της σοβιετικής κοινωνίας.
Σε άλλες σοσιαλιστικές χώρες οι κ. καταργήθηκαν ως τάξη μετά τη συνεταιριστικοποίηση της αγροτικής οικονομίας, χωρίς να χρειαστεί να ληφθούν περιοριστικά ή βίαια μέτρα.
* * *οστον πληθ. οι κουλάκοι(κατά το παρελθόν, στην Τσαρική Ρωσία και στη Σοβιετική Ένωση)εύποροι χωρικοί που διέθεταν καλλιεργήσιμες εκτάσεις μεγαλύτερες από εκείνες που μπορούσαν να καλλιεργήσουν οι ίδιοι και οι οικογένειές τους και χρησιμοποιούσαν για τον σκοπό αυτό ξένη εργατική δύναμη.[ΕΤΥΜΟΛ. < ρωσ. koulak].
Dictionary of Greek. 2013.